Δύο άτομα, πέντε μέρες, τρένα, ταξί, 4x4, louage, καμήλες, πάνω από 2000 χιλιόμετρα οδικώς και πολλή όρεξη.
(Οι φωτογραφίες που χρησιμοποιούνται είναι όλες από προσωπικό αρχείο και δεν έχουν υποστεί επεξεργασία.)
Πάνω που είχα συνηθίσει τη ζωή, την κουλτούρα και άρχισα να ψευτοσυνεννοούμαι με κάτι Αραβικά και Γαλλικά, οι μέρες στην Τυνησία τελείωναν και ο δρόμος της επιστροφής άνοιγε διάπλατα. Με την σημαντικότερη φίλη που έκανα εκεί, το δεύτερο πιο αγαπημένο μου άτομο από τη Βραζιλία (μετά τον Ροναλντίνιο), αρχίσαμε να γιορτάζουμε τη μεγάλη έξοδο σε κάθε ευκαιρία που μας δινόταν. Σαν αποτέλεσμα, κάναμε βόλτες, συναρπαστικές γνωριμίες και διεισδύσαμε ακόμα πιο βαθιά στην τυνησιακή κουλτούρα. Τίποτα απ' όλα αυτά όμως δεν μπορούσε να ανταγωνισθεί αυτό έμελλε να ακολουθήσει.
(Οι φωτογραφίες που χρησιμοποιούνται είναι όλες από προσωπικό αρχείο και δεν έχουν υποστεί επεξεργασία.)
Πάνω που είχα συνηθίσει τη ζωή, την κουλτούρα και άρχισα να ψευτοσυνεννοούμαι με κάτι Αραβικά και Γαλλικά, οι μέρες στην Τυνησία τελείωναν και ο δρόμος της επιστροφής άνοιγε διάπλατα. Με την σημαντικότερη φίλη που έκανα εκεί, το δεύτερο πιο αγαπημένο μου άτομο από τη Βραζιλία (μετά τον Ροναλντίνιο), αρχίσαμε να γιορτάζουμε τη μεγάλη έξοδο σε κάθε ευκαιρία που μας δινόταν. Σαν αποτέλεσμα, κάναμε βόλτες, συναρπαστικές γνωριμίες και διεισδύσαμε ακόμα πιο βαθιά στην τυνησιακή κουλτούρα. Τίποτα απ' όλα αυτά όμως δεν μπορούσε να ανταγωνισθεί αυτό έμελλε να ακολουθήσει.
Η γλυκιά αδερφούλα είχε επιβιβασθεί μετά από πολύωρη ταλαιπωρία και το εισιτήριό της έγραφε Τύνιδα. Η Τύνιδα όμως δεν ήταν ο αληθινός προορισμός, αλλά η καυτή, άγρια, αφιλόξενη, ασυμβίβαστη, αδάμαστη και απέραντη Σαχάρα... και ότι άλλο με στερητικό "α" θέλετε. Εκεί θα μας περίμενε οδηγός με 4x4 (αδάμαστο κι αυτό), στον οποίον είχαμε δώσει σαφείς οδηγείς για τα μέρη που θέλουμε να επισκεφτούμε. Τον μακρύ δρόμο για το νότο θα καλύπταμε με το βραδινό τρένο για το οποίο αποφασίσαμε να δώσουμε κάτι παραπάνω και να κλείσουμε comfort class, ούτε δεύτερη, ούτε πρώτη. Τρελή χλίδα... Δεν ξέρω αν πρέπει να περιγράψω πρώτα τα καινούργια δερμάτινα, θερμαινόμενα καθίσματα, τα φώτα που σε κοίμιζαν ή τους διακριτικούς συνταξιδιώτες. Για να έχουμε όλες αυτές τις ανέσεις βέβαια έπρεπε και η αδερφή μου να συμβαδίζει με τα αραβικά πρότυπα, οπότε της φόρεσα μία μικρή μπούρκα όπως φαίνεται και στη φωτογραφία. Λοιπόν, το τρένο ήταν βρώμικο, τα φώτα ανοιχτά καθ' όλη τη διάρκεια και το κρύο τόσο που μας ανάγκαζε να κάνουμε τα μπλουζάκια μας μπούρκα και οι δύο. Μετά διαπίστωσα ότι οι πόρτες εισόδου ήταν σε όλο το ταξίδι ανοιχτές για φυσικό εξαερισμό... Η ομάδα και η ψυχολογία όμως ήταν τόσο ακλόνητα που η απογοήτευση μας έκανε τους χειρότερους της εχθρούς.
Φτάσαμε λοιπόν στον προορισμό μας, όντως μας περίμενε ο άνθρωπος μας, και μας οδήγησε στο... μονάστερο ξενοδοχείο που θα μέναμε δίνοντας μας τρεις-τέσσερεις ώρες να ξεκουραστούμε. Το κατάλυμα είναι καλύτερο να μην το περιγράψω. Ο νότος είναι η φτωχότερη και πιο συντηρητική περιοχή της Τυνησίας, οπότε μπορείτε περίπου να φανταστείτε και το ξενοδοχείο. Το ταξίδι ξεκίνησε από την πόλη Τοζέρ και μία ώρα μετά την απομάκρυνσή μας απ' αυτή, φτάσαμε στον πρώτο σταθμό. Η περίφημη όαση Τσεμπίκα. Μέσα από την απόλυτη ξηρασία, πρόβαλε μία πύλη από φοίνικες και φτάσαμε σε έναν ερειπωμένο αρχαίο καταυλισμό. Κάνοντας μια βόλτα στις κορυφές του, διακρίναμε χαμηλά στο πρόποδες του μία ακόμη μικρή όαση και νερά. Σπεύσαμε αμέσως να τη δούμε από κοντά και βρεθήκαμε κοντά στο μαγικό τοπίο των φωτογραφιών παρακάτω.
Επόμενη στάση ήταν το φαράγγι της Μιντές, το οποίο βρισκόταν πολύ κοντά στα σύνορα με την Αλγερία, εκτινόταν σε μεγάλο μήκος και είχε εντυπωσιακά μεγάλο βάθος. Επίσης εκεί έχουν γυριστεί σκηνές από το Star Wars, το Indiana Jones και τον Άγγλο Ασθενή.
Εξοπλισμένοι πάντα με νερά, τυρόπιτες και αντηλιακό, συνεχίσαμε για τους μικροσκοπικούς καταρράκτες της Ταμέρζα, των οποίων τα νερά πηγάζουν από τα βάθη των πετρωμάτων και όχι από κάποια εμφανή πηγή νερού. Έτσι απλά, στη μέση του πουθενά.
Η συνέχεια ήταν μία δυνατή δόση Σαχάρας. Ο οδηγός, ο οποίος παρεμπιπτόντως δεν μιλούσε αγγλικά, αλλά παραδόξως έβγαινε κάποια συνεννόηση, ξεκίνησε να καταπίνει χιλιόμετρα μέσα στην -απαλή σαν πούδρα- άμμο της έρημου, ώστε να φτάσουμε στην απόλυτη απομόνωση. Κίτρινες πεδιάδες ξηρασίας που από τη ζέστη και τους συνεχείς αντικατοπτρισμούς ορκιζόσουν πως είναι λίμνες. (Φαίνεται ελαφρώς στη φωτογραφία μέσα από το αυτοκίνητο). Ήταν όταν συνειδητοποιούσαμε ότι βρισκόμασταν κάπου τόσο διαφορετικά και μοναδικά.
Στο κλείσιμο αυτής της μέρας επισκεφτήκαμε κάποια εντυπωσιακά σκηνικά του Star Wars: Episode I, που πλέον αποτελούν τουριστική ατραξιόν. Όπως στα περισσότερα μέρη, έτσι και εκεί ήμασταν ολομόναχοι, αφού ο Ιούνιος θεωρείται πολύ ζεστός μήνας για τουρισμό στη Σαχάρα. Οπότε, φτάνουμε στην τοποθεσία των γυρισμάτων και σκάει μύτη ένα πιτσιρικάκι και μας ζητά χρήματα για το πάρκινγκ..! Για πάρκινγκ στη μέση της ερήμου! Του λέω "ξέρεις ποιος είμαι;", μου απαντά όχι και συνεχίζω: "I am your father". Αστείο ήταν. Οι φίλοι της ταινίας θα το εκτιμήσουν. Το πιτσιρικάκι ήταν μαζί με ακόμα κάποιον μεγαλύτερο μέσα στον χώρο και πουλούσαν διάφορα αναμνηστικά. Τα σκηνικά λίγο παραμελημένα αλλά εντυπωσιακά. Οι fans θα ενθουσιάζονταν.
Την επόμενη μέρα, νωρίς το πρωί ξεκινήσαμε τον μακρύ δρόμο για την ανατολική πλευρά της χώρας και της Σαχάρας και διασχίσαμε την -ξεραμένη πλέον- αλατολίμνη του Τσοτ Ελ-Τζεριντ. Σαράντα πέντε χιλιόμετρα διαμέτρου πρόδιδαν το μέγεθος της, με μικρές λίμνες σε διάφορους χρωματισμούς, που εναλλάσσονταν λόγω της διαφορετικής περιεκτικότητας σε αλάτι, να προκαλούν την αμφισβήτηση όσων βλέπει το ανθρώπινο μάτι.
Μετά από κάποιες ώρες είχαμε φτάσει στη Ντουζ, μία πολύ παλιά πόλη με ανθρώπους φτωχούς και απλούς, που δε σταματούσαν λεπτό να κοιτάνε του ξένους που πήγαν στην πόλη τους. Πριν τη Ντουζ είχαμε περάσει από την Ντεμπέμπσα με τους λίθινους λόφους της.
Ακριβώς στην έξοδο της πόλης έστεκε μεγαλόπρεπα το κλειδί της Σαχάρας, που σηματοδοτούσε το τέλος της ασφάλτου και των πόλεων και την αρχή της πραγματικής ερήμου, στην οποία μπήκαμε βαθιά και μετά από δύο ώρες ταξίδι βλέπαμε μόνο άμμο, καμήλες και άγρια, ξερά χόρτα. Η πρόγνωση καιρού στο κινητό μου έλεγε... "Dust" και δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου.
Όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο ξερό φαινόταν το τοπίο. Οι θάμνοι και τα χόρτα εξαφανίζονταν και μία απαλή, μεταξένια άμμος έπαιρνε τη θέση τους. Εκείνη τη μέρα θα μέναμε σε ένα οργανωμένο κάμπινγκ στη Σαχάρα, με σκηνές οι οποίες είχαν κανονικά κρεβάτια και θα μας παρείχαν μέχρι και γεύμα. Ο μοναδικός περιορισμός ήταν ότι δεν υπήρχε πρόσβαση σε ρεύμα, αλλά φροντίσαμε να διαχειριστούμε καλά τις μηχανές και τα κινητά μας ώστε να μη ξεμείνουμε. Όταν φτάσαμε στο κάμπινγκ, ο οδηγός μάς είπε πως σε μία ώρα θα μας πάρει και θα #$%#@. Λοιπόν μας είπε: "One hour rest and then we go to piscine, very nice there, cafe, restaurant, bar". Ε.. λέμε κι εμείς σούπερ, θα έχει κανένα lux ξενοδοχειακό συγκρότημα κρυμμένο εδώ κοντά. Έξυπνη σκέψη αν αναλογιστεί κανείς που ήμασταν... Μας παίρνει ο Καρίμ, ο οδηγός, και σε δέκα λεπτά μας πηγαίνει...... ΕΔΩ:
Μία γούρνα, τριάντα πλαστικές καρέκλες και ένα μπαρ της κακιάς ώρας. Δυστυχώς στη φωτογραφία είμαι εγώ, διότι δεν ήθελα να προσβάλω τον Τυνήσιο οδηγό μας. Η αδερφούλα απ' έξω, να λιώνει στο γέλιο με σπασμούς καθώς ντροπιαστικά έμπαινα στην "piscine". Έμεινα εκεί περίπου πέντε λεπτά, μέχρι που αντιλήφθηκα πως οι ντόπιοι πίσω μου είχαν βγάλει το σαμπουάν και κάναν ένα μπανάκι στη ΓΟΥΡΝΑ.
Η συνέχεια ήταν ένα κομμάτι το οποίο θα περιγράψουν οι εικόνες καλύτερα από μένα. Βόλτα σε χρυσαφένια άμμο με καμήλες και παιχνίδι με τη sister σα να είμαστε παιδάκια:
Η συνέχεια ήταν ένα κομμάτι το οποίο θα περιγράψουν οι εικόνες καλύτερα από μένα. Βόλτα σε χρυσαφένια άμμο με καμήλες και παιχνίδι με τη sister σα να είμαστε παιδάκια:
Το ίδιο βράδυ πήγαμε και πάλι εκεί να δούμε τα αστέρια και λόγω της έλλειψης φωτορύπανσης, ο ουρανός φάνταζε ένα πολυσύχναστο, γεμάτο ενέργεια μέρος. Όταν επιστρέψαμε στο κάμπινγκ, αντικρίσαμε την εξής μαγική εικόνα. Ένας εβδομηντάχρονος Άραβας έπαιζε ούτι μαγικά και τον σιγόνταραν πολλοί φίλοι στο τραγούδι. Ήταν ο απίστευτος επίλογος μίας αξέχαστης μέρας. Ακριβώς σα να ακούμε κρητική μουσική. Η αλήθεια είναι ότι ακούγαμε παραδοσιακά αραβικά τραγούδια τα οποία βρίσκουν ρίζες πριν 1500 χρόνια. Η παρέα μας κάλεσε στο τραπέζι και μας τράταρε μπύρες και ωμά αμύγδαλα και τα υπόλοιπα είναι ιστορία...
Την επόμενη μέρα, φεύγοντας από τη Σαχάρα βρεθήκαμε μπροστά σε αναρίθμητους ανεμοστρόβιλους και με πολλή προσοχή καταφέραμε να φτάσουμε στην κοντινότερη πόλη, όπου χαιρετίσαμε τον οδηγό μας και συνεχίσαμε το ταξίδι για το νησί της Τζέρμπα παίρνοντας louage, ένα βανάκι οκτώ θέσεων το οποίο αναχωρεί όοοοοταν γεμίσει και αποτελεί ένα από τα πιο διαδεδομένα μεταφορικά μέσα της Τυνησίας.
Τις τελευταίες δύο μέρες του ταξιδιού μας τις περάσαμε στο νησί. Ένα νησί με αέρα κυκλαδίτικο και καταπληκτική καταπράσινη θάλασσα (την οποία δυστυχώς δε χαρήκαμε λόγω αέρα) και αμμουδιά βανδαλισμένη σχεδόν ολόκληρη από τα τερατώδη ξενοδοχειακά συγκροτήματα.
Τις τελευταίες δύο μέρες του ταξιδιού μας τις περάσαμε στο νησί. Ένα νησί με αέρα κυκλαδίτικο και καταπληκτική καταπράσινη θάλασσα (την οποία δυστυχώς δε χαρήκαμε λόγω αέρα) και αμμουδιά βανδαλισμένη σχεδόν ολόκληρη από τα τερατώδη ξενοδοχειακά συγκροτήματα.
Ξεκουραστήκαμε, χαλαρώσαμε και κουβαλώντας 1,5 κιλό άμμου Σαχάρας, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Κάναμε μια στάση για βενζίνη στο υπερσύγχρονο βενζινάδικο της φωτογραφίας και μετά από αμέτρητες προσευχές στον Αλλάχ για να γλιτώσουμε από του χάρου τα δόντια (Τυνήσιοι οδηγοί) φτάσαμε αισίως στην Τύνιδα.
Ευχαριστώ πολύ όλους για τις αναγνώσεις.
Κάπου εδώ το μπλογκ κλείνει τον κύκλο του μαζί με το τέλος της Αραβικής μου Άνοιξης.
Επιφυλάσσομαι...